Μπακιρτζή Α. Αρχοντούλα

Διατροφή στην εγκυμοσύνη και στον θηλασμό

Οι γυναίκες που είναι έγκυες, ή σκοπεύουν να μείνουν, αλλά και οι θηλάζουσες μανούλες, έχουν αυξημένες ανάγκες σε Ω3 λιπαρά οξέα, σε βιταμίνες σε μέταλλα και ιχνοστοιχεία.

Σύμφωνα μάλιστα και με κλινικές έρευνες η πρόσληψη κατά την κύηση και τον θηλασμό ωμέγα -3 λιπαρών οξέων με DHA (δοκοσαεξανοϊκο οξύ) μπορεί να έχει ευνοϊκές επιδράσεις στην ανάπτυξη των νοητικών λειτουργιών του παιδιού, ενώ ικανή πρόσληψη αυτών μειώνει τη συχνότητα της επιλόχειας κατάθλιψης.

Όταν αυτές οι ανάγκες των γυναικών δεν καλύπτονται από τη διατροφή οι γυναικολόγοι συνιστούν τη λήψη σε καθημερινή βάση, πολυβιταμινούχων συμπληρωμάτων διατροφής.

Όπως τονίζει ο καθηγητής μαιευτικής – γυναικολογίας στο Αριστοτέλειο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, κ. Αριστοτέλης Λουφόπουλος: ” Τα συμπληρώματα διατροφής πριν την κύηση, κατά τη διάρκεια της κύησης και κατά τη γαλουχία βοηθούν στην εμβρυϊκή αύξηση και ανάπτυξη, σε καλύτερη έκβαση της κύησης, στη βελτιστοποίηση της υγείας και της ευεξίας της γυναίκας και στη βελτίωση της ποιότητας του μητρικού γάλακτος. Τα οφέλη αφορούν τόσο στη μητέρα όσο και στο βρέφος.”

Είναι γεγονός ότι οι διατροφικές ελλείψεις, ειδικά οι ακραίες, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, ενδέχεται να έχουν ανεπιθύμητες επιδράσεις πρωτίστως στη μητέρα αλλά και στο βρέφος.

Για παράδειγμα οι έγκυες που δεν παίρνουν επαρκείς ποσότητες ωμέγα-3 λιπαρών οξέων κινδυνεύουν να αποβάλουν ή να γεννήσουν παιδί χαμηλού βάρους ή ακόμη να εμφανίσουν επιλόχεια κατάθλιψη.

Αλλά και η ανεπαρκής πρόσληψη πρωτεϊνών κατά την εγκυμοσύνη συνδέεται με τη γέννηση χαμηλού βάρους νεογνών, η έλλειψη σιδήρου μπορεί να προκαλέσει θάνατο εμβρύου, πρόωρο τοκετό και χαμηλό βάρος γέννησης, η έλλειψη ψευδαργύρου συνδέεται με τις εμβρυακές δυσπλασίες και η ανεπάρκεια φυλλικού οξέος με ανωμαλίες τού νευρικού σωλήνα.

Οι γυναίκες που θέλουν να αποκτήσουν παιδί, θα πρέπει τουλάχιστον ένα χρόνο πριν ξεκινήσουν τις προσπάθειες να μείνουν έγκυες, να υιοθετήσουν ορθές διατροφικές συνήθειες.

Για παράδειγμα, το μαγνήσιο και ο ψευδάργυρος βοηθούν στο να δεσμεύονται οι ορμόνες στους υποδοχείς τους. Το φυλλικό οξύ βοηθά στην ανάπτυξη των ωοθυλακίων. Η λήψη D μειώνει τις πιθανότητες έλλειψής της αργότερα στην εφηβεία του μελλοντικού παιδιού.

Είναι γνωστό ότι η βιταμίνη D μειώνει την πιθανότητα ραχίτιδας και δυσκολιών στη γέννα. Η λήψη βιταμίνης Β12 είναι γνωστό ότι μειώνει τις πιθανότητες υπογονιμότητας και γενικότερα κακής υγείας.

Τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα αυξάνουν τη ροή του αίματος προς τα όργανα αναπαραγωγής και μπορούν να βοηθήσουν στη ρύθμιση των ορμονών της αναπαραγωγής. Είναι γνωστό επίσης ότι βοηθούν στην πρόληψη πρόωρου τοκετού και χαμηλού σωματικού βάρους γέννησης.

Τα λιπαρά ψάρια, ο λιναρόσπορος, τα καρύδια, οι σπόροι κολοκύθας, και τα εμπλουτισμένα αυγά είναι καλή πηγή Ω-3 λιπαρών οξέων. Ένα συμπλήρωμα διατροφής, που περιέχει 300 mg ωμέγα-3 λιπαρών οξέων εκ των οποίων 150mg DHA την ημέρα, εξασφαλίζει τη σωστή καθημερινή ποσότητα, που πρέπει να παίρνει η γυναίκα η οποία προετοιμάζει τον οργανισμό της για εγκυμοσύνη.

Κατά το θηλασμό οι απαιτήσεις της μητέρας σε θερμίδες και πρωτεΐνες είναι σχετικά υψηλές. Οι μητέρες, που θηλάζουν και υποσιτίζονται, παράγουν ημερησίως μικρότερη ποσότητα γάλακτος. Επιπλέον, αν η πρόσληψη της μητέρας σε βιταμίνες και ιχνοστοιχεία είναι χαμηλή, είναι δυνατό να παρατηρηθεί ανεπάρκεια βιταμινών Α, Β1, Β6, C, D και Ε, βιοτίνης, φυλλικού οξέος και ιωδίου στο μωρό της.

Η κακή διατροφή της μητέρας είναι δυνατό να προκαλέσει μείωση της συγκέντρωσης σημαντικών πρωτεϊνών του μητρικού γάλακτος που προστατεύουν το μωρό από λοιμώξεις.

Πηγή: www.iatropedia.com